Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Έρχεται φόρος και για το τσίπουρο …

    Δύσκολα θα ξεφύγει από τη μέγγενη του Μνημονίου το... άγιο τσιπουράκι, που κερδίζει συνεχώς έδαφος στην ελληνική αγορά οινοπνευματωδών ποτών.
    Το Υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζει αυστηροποίηση της νομοθεσίας για τα αλκοολούχα ποτά, με στόχο την πάταξη του λαθρεμπορίου που έχει διαφυγόντες φόρους άνω των 200 εκ. ευρώ ετησίως.
    Ήδη, αμπελουργοί και Ενώσεις έχουν ζητήσει από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να παρέμβει, αφού όλα δείχνουν ότι στο νομοσχέδιο που ετοιμάζεται θα υπάρχουν δρακόντειες διατάξεις για την παραγωγή και εμπορία τσίπουρου, που εάν εφαρμοστούν θα έχουν..
ως αποτέλεσμα αφενός την απώλεια του εισοδήματός τους και αφετέρου την κατακόρυφη άνοδο της τιμής στην αγορά.
    Από την άλλη, το τσίπουρο την τελευταία πενταετία κερδίζει συνεχώς έδαφος στην αγορά, όπως «κερδίζει» με ραγδαίο ρυθμό φίλους και λάτρεις άλλων οινοπνευματωδών. Οι ρυθμοί ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια ξεπερνούν το 20%, ενώ το πρώτο πεντάμηνο του 2011, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η ΠΑΣΕΓΕΣ η αύξηση της ζήτησης και των πωλήσεων έφτασε το 30%.
    Το ζήτημα είναι πως δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα για την κατανάλωση στην Ελλάδα, αφού είναι χιλιάδες οι παραγωγοί που βγάζουν τσίπουρο για την δική τους κατανάλωση, αλλά και για τους φίλους και συγγενείς πουλώντας αδιευκρίνιστες ποσότητες.
    Σε κάθε περίπτωση η αύξηση της ζήτησης έχει να κάνει και με την χαμηλή τιμή στην οποία προσφέρεται σε εστιατόρια και μεζεδοπωλεία, αλλά και με την ποιοτική του αναβάθμιση.     
    Σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη του οινοποιείου «Γκλίναβος» στη Ζίτσα, Ελευθέριο Γκλίναβο, το τσίπουρο κερδίζει συνεχώς έδαφος γιατί θεωρείται και είναι και αυθεντικό και υγιεινό, εφόσον καταναλώνεται με μέτρο.
     Από την άλλη όμως, και ο ίδιος επισημαίνει πως χρειάζεται να μπει τάξη στο καθεστώς της παραγωγής, αφού τα διαφυγόντα κέρδη για το κράτος είναι τεράστια.
«Από τη μία είναι οι εταιρείες που παράγουν οινοπνευματώδη και ελέγχονται από το κράτος και από την άλλη είναι οι αμπελουργοί – αποσταγματοποιοί που έχουν το δικαίωμα να βγάζουν τσίπουρο για δική τους χρήση, όχι όμως να το εμπορεύονται. Αυτό δεν γίνεται, το εμπόριο υπάρχει σε μεγάλο βαθμό στους αμπελουργούς, και η παραγωγή του τσίπουρου γίνεται ανεξέλεγκτα καταστρατηγώντας την καλώς εννοούμενη φορολόγηση των αλκοολούχων ποτών. Προφανώς χρειάζεται να μπει τάξη ώστε ο καθένας να ανταγωνίζεται με βάση την ποιότητα και το κόστος, χωρίς να καταργηθεί η δυνατότητα στον αμπελουργό να εξακολουθήσει να έχει το δικαίωμα της παραγωγής τσίπουρου για δική του χρήση», τόνισε ο κ. Γκλίναβος.
     Από την άλλη, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι εάν το Υπουργείο καταφέρει και βάλει τάξη στο ζήτημα, τότε το τσίπουρο που θα κυκλοφορήσει στην αγορά θα έχει μεγαλύτερο κόστος. Παραδοσιακά πάντως, το τσίπουρο έχει περάσει από διάφορα στάδια αναφορικά με τη νομοθεσία. Μέχρι το 1964 εφαρμοζόταν ο νόμος του 1917 που προέβλεπε περιορισμούς στις αποστάξεις με αποτέλεσμα το τσίπουρο να θεωρείται ως απαγορευμένο.
     Η εμφιάλωσή του σε εργοστάσια ή και η πώλησή του απαγορευόταν, ενώ η απόσταξη είχε χρονική διάρκεια ενός διμήνου. Επίσης, δεν επιτρεπόταν συνεχόμενη απόσταξη μεγαλύτερη των οκτώ ημερών, όπως και η μεταφορά τσίπουρου άνω των δύο λίτρων από τους παραγωγούς σε μετακινήσεις τους εντός ή εκτός των νομών.
Από το 1989 θεσπίστηκε η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα αποστάγματα και επιτράπηκε η παραγωγή και εμφιάλωση τσίπουρου.



από Ελευθερία