Κυριακή 22 Μαΐου 2011

ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ

Δημήτρης Τσιόδρας, ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Η χώρα βρίσκεται στην πιο κρίσιμη στιγμή της μετά τον Εμφύλιο.
Σήμερα έχει μπροστά της δύο δρόμους: Ο ένας είναι να μείνει μέλος της ευρωζώνης. Ο άλλος είναι να ακολουθήσει τη δική της μοναχική πορεία. Καμιά επιλογή δεν είναι εύκολη.
Ο πρώτος δρόμος συνεπάγεται επώδυνες αλλαγές σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Όχι επειδή το λέει η τρόικα, ούτε κατ’ ανάγκην αυτές που καταγράφονται στο μνημόνιο. Αλλαγές που θα γκρεμίζουν το πελατειακό κομματικό «μοντέλο» που μας έφθασε…

 σε αυτό το χάλι και τις δομές που ευνοούν κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές μακροπρόθεσμα μπορεί να οδηγήσουν στο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και στη μετατροπή της σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή, όμως τώρα θα έχουν σοβαρές συνέπειες σε κοινωνικά στρώματα που θα πληγούν καίρια και κάποια απ’ αυτά θα περιθωριοποιηθούν. Το ευρώ έχει πολλά προβλήματα από τη δημιουργία του και οι πολιτικές επιλογές της ευρωζώνης περισσότερα. Η αποδοχή αυτού του δρόμου δεν σημαίνει παραίτηση από τη μάχη για αλλαγές στην Ε.Ε. Τα ευρωπαϊκά προβλήματα όμως δεν μπορούν να αποτελούν άλλοθι για να συνεχίζουμε το ίδιο βιολί.
Ο δεύτερος δρόμος σημαίνει ότι αγνοείς υποδείξεις και μνημόνια, συνεχίζεις να λειτουργείς με τις δικές σου δομές και είσαι προετοιμασμένος να επιστρέψεις ακόμη και στη δραχμή, όπως συμβουλεύουν πολλοί σε ΗΠΑ και Γερμανία, ελπίζοντας ότι ύστερα από μια επώδυνη περίοδο που θα μας γυρίσει 30 χρόνια πίσω, θα γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί και θα αρχίσει η ανάπτυξη. Η λύση αυτή θα έχει τώρα καταστροφικές συνέπειες για τη μεγάλη πλειονότητα των πολιτών που θα δουν τις οικονομίες τους να καταστρέφονται και την αγοραστική τους δύναμη να μειώνεται ραγδαία. Συμφέρει όμως ένα τμήμα του εγχώριου κεφαλαίου, το οποίο συνηθισμένο να ζει από κρατικά συμβόλαια, δεν αντέχει σε συνθήκες ανταγωνισμού και προτιμά ένα κλειστό σύστημα που μπορεί να το ελέγχει, από μια ανοιχτή αγορά. Αυτοί οι επιχειρηματίες, έχοντας βγάλει τα λεφτά τους στο εξωτερικό, θα ‘χουν τη δυνατότητα, σε περίπτωση επιστροφής στη δραχμή, να αγοράζουν κοψοχρονιά και να συνεχίσουν να κυριαρχούν ελέγχοντας κράτος, πολιτικούς και ΜΜΕ.
Επιλογή είναι επίσης να ακολουθήσεις ένα διαφορετικό οικονομικοπολιτικό σύστημα, όπως προτείνει το ΚΚΕ και άλλοι από την αριστερά.
Μέχρι σήμερα θεωρούμε σχεδόν δεδομένο ότι δεν θα βρεθούμε εκτός ευρωζώνης. Ομως δεν έχουμε βρεθεί εκτός επειδή η Ε.Ε. αποφάσισε να καλύψει τις τρέχουσες δανειακές μας ανάγκες όχι για λόγους αλληλεγγύης, αλλά επειδή ο κίνδυνος για τις γερμανογαλλικές τράπεζες τον Μάιο του 2010, ήταν μεγάλος και η επέκταση της κρίσης στις άλλες χώρες θα επέσυρε ανυπολόγιστες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία. Όσο περνάει ο καιρός, ο κίνδυνος για την ευρωζώνη παρέρχεται. Οι τράπεζες Γαλλίας και Γερμανίας μειώνουν σημαντικά την έκθεσή τους σε ελληνικά ομόλογα και οι άλλες χώρες με προβλήματα (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία) σιγά-σιγά σταθεροποιούνται. Σε λίγους μήνες το ρίσκο από μια επίσημη ελληνική χρεοκοπία θα είναι μικρό. Αντιθέτως μια Ελλάδα με μεγάλα προβλήματα, σε μια ευρωζώνη που τραβάει τη δική της πορεία, θα αποτελεί αποσταθεροποιητικό παράγοντα. Οι συνεχείς αιτήσεις για νέα δάνεια και η μόνιμη απειλή χρεοκοπίας θα αποτελεί πονοκέφαλο. Η Γερμανία, έχοντας τις δικές της εμμονές κι επιμένοντας στη συνταγή της, όσο κι αν κόπτεται υπέρ της ενότητας της ευρωζώνης, μπορεί να μας οδηγήσει εκτός, αν έχει διασφαλίσει ότι «δεν θα ξηλωθεί το πουλόβερ».
Πολλοί ελπίζουν σε πολιτική σύμπραξη των μεγάλων κομμάτων για να αντιμετωπίσουμε την κρίση. Η συνεργασία μπορεί να είναι συνήθης πρακτική στη Γερμανία, όχι όμως στη χώρα μας.
Οι Έλληνες σήκωσαν τα όπλα εναντίον αλλήλων όταν η Επανάσταση του 1821 κινδύνευε να σβήσει. Έφτασαν στον «εθνικό διχασμό» στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με χωριστές κυβερνήσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αμέσως μετά τη γερμανική κατοχή σήκωσαν ξανά τα όπλα εναντίον αλλήλων, σε μάχες πιο φονικές ακόμη κι από εκείνες με τον εισβολέα.
Σιγά μην συμπράξουν ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., επειδή η χώρα κινδυνεύει με μια «απλή» χρεοκοπία. Κι αν το κάνουν, πολύ σύντομα θα «τα σπάσουν».
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της κατάστασης. Ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση είναι έτοιμη να το επωμιστεί.
Η μόνη λύση είναι να ειπωθούν τα πράγματα με το όνομά τους και να κληθεί ο ελληνικός λαός να αποφασίσει τι θέλει να γίνει: Να εγκρίνει ένα πρόγραμμα αλλαγών, να ακολουθήσει άλλες συνταγές που πιστεύει ότι θα τον οδηγήσουν σε καλύτερο δρόμο ή να επιβάλει εκείνος στα κόμματα να συνεργαστούν διά της μη αυτοδυναμίας. Σε μια δημοκρατία αυτός είναι που πρέπει να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο για το μέλλον του. Κι αν θέλει να πιστέψει ξανά σε γλυκά ψεύτικα λόγια που θα τον οδηγήσουν σε καταστροφικές συνέπειες, είναι κι αυτό δικαίωμά του.